Ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, ο Κλεόβουλος, που γεννήθηκε στην πόλη Λίνδο της Ρόδου, έγραψε ένα τραγούδι για τα χελιδόνια. Το τραγούδι αυτό το τραγουδούσαν κατά την αρχαιότητα τα μικρά παιδιά την 1η Μαρτίου, δηλαδή την πρώτη ημέρα του μήνα Βοηδρομίωνα. Έτσι ο σοφός Κλεόβουλος εισήγαγε το έθιμο αυτό που είχε άμεση σχέση με τον ερχομό των χελιδονιών και της άνοιξης, 200 χρόνια προ Χριστού. Τα παιδάκια της Ρόδου κάθε 1η Μαρτίου γέμιζαν τους δρόμους με τις παιδικές φωνές τους τραγουδώντας το Χελιδόνισμα. Όλα κρατούσαν από ένα λουλουδένιο στρογγυλό στεφάνι, που έφερε πάνω σε ξύλο σκαλισμένες χελιδόνες. Οι πόρτες των σπιτιών άνοιγαν για να ακούσουν οι ένοικοι το μελωδικό τους τραγούδι.
Το τραγούδι που έγραψε ο Κλεόβουλος το διέσωσε ο Αθηναίος:
“Και χελιδονίζειν δέ καλείται παρά Ροδίοις άγερμός
Τις άλλος, περί ού Θέογνις φύσιν έν δευτέρω περί
των εν Ρόδω θυσιών, γράφων ούτως. Είδος δε
τι του αγείρειν χελιδονίζειν οί Ρόδιοι καλούσιν,
ό γίνεται τώ Βοηδρομιώνι μηνί.
Χελιδονίζειν δε λέγεται διά το ειωθός επιφωνίσθαι’’
Από τη Λίνδο τα Χελιδονίσματα πέρασαν σε όλη τη Ρόδο και σταδιακά επεκτάθηκαν στο Αιγαίο, τα νησιά, φθάνοντας πρώτα στη Θεσσαλία και αργότερα σε όλη την Ελλάδα.
Κάθε άνοιξη, λοιπόν, τα παιδιά έφερναν τα Χελιδονίσματα με το ωραίο τραγούδι που εμπνεύστηκε ο Κλεόβουλος. Αυτά διασώθηκαν για αιώνες, μέχρι της μέρες μας, εξακολουθούν δε να ακούγονται και σήμερα σε ελάχιστα δυστυχώς μέρη, και ιδίως σε χωριά.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έθιμα της πρώτης Μαρτίου είναι η περιφορά της χελιδόνας.
Στη Θράκη τα παιδιά παίρνουν ένα καλάθι, το γεμίζουν φύλλα κισσού και παιρνούν μεσα από αυτό ένα ραβδί στην άκρη του ραβδιού προσαρμόζουν τη χελιδόνα, ένα ξύλινο ομοίωμα. Γύρω στο λαιμό της χελιδόνας υπάρχουν κουδουνάκια, που ηχούν, καθώς κινείται το ραβδί από το οποίο αυτή κρέμεται. Τα παιδιά με το καλάθι της χελιδόνας πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούν:
Ήρθε, ήρθε χελιδόνα,
Ήρθε κι άλλη μεληδόνα,
Κάθησε και λάλησε,
Και γλυκά κελάηδησε:
“Μάρτη, Μάρτη μου καλέ,
Και Φλεβάρη φοβερέ,
Κι αν φλεγίσης κι αν τσικνίσης,
Καλοκαίρι θα μυρίσης.
Η νοικοκυρά παίρνει λίγα φύλλα κισσού από το καλάθι της χελιδόνας, τα τοποθετεί στο κοτέτσι, για να γεννούν πολλά αυγά οι κότες, και δίνει ένα ή δύο αυγά στα παιδιά που ξεκινούν για άλλο σπίτι.